Η πρώτη γυναίκα εφοπλιστής στην Ελλάδα που έχασε όλα της τα πλοία στον πόλεμο
Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος
Είναι ένα ιστορικό πρόσωπο της ελληνικής Ναυτιλίας.
Μια γυναίκα φαινόμενο.
Κλασική ελληνική ιστορία επιχειρηματικού θριάμβου, σ ένα τοπίο δύσκολο, άγνωστο ανταγωνιστικό και κυρίως ανδροκρατούμενο!
Κι όταν όλα γκρεμίστηκαν, τα ξανάκτισε όλα από την αρχή…
Ξεκίνησε από την Σαντορίνη, απέκτησε ένα δικό της στόλο, τον έχασε στις φλόγες του πολέμου, δημιούργησε από την αρχή την… «αυτοκρατορία» της και στα ιστορικά αρχεία των Lloyd’s, υπάρχει το όνομα της ως «madame Kadio Sigala» μοναδικό γυναικείο όνομα εκείνη την εποχή!
Σύζυγος, μάνα, καπετάνισσα, έζησε χαρές και λύπες σε μια δύσκολη και ταραγμένη εποχή και άφησε το αποτύπωμα της ως πρωτοπόρος στις θάλασσες και το επιχειρείν.
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
Η Καδιώ Νομικού, γεννήθηκε στην Πάνω Μεριά (Οία) της Σαντορίνης, τον Νοέμβριο του 1882.
Ήταν κόρη καπετάνιου που ταξιδεύει με την σκούνα του μεταφέροντας το γλυκό κρασί της Σαντορίνης το βισάντο, στις ρωσικές πόλεις της Μαύρης Θάλασσας.
Η Καδιώ μεγάλωσε κοντά στη μητέρα και την αδελφή της, περιμένοντας, στο τέλος του φθινοπώρου, να φανεί στον ορίζοντα το πανί της σκούνας αργά αργά πλησιάζοντας το λιμάνι της Αρμένης, έτσι ώστε ο αγαπημένος της πατέρας ν’ ανέβει τα πλακοστρωμένα πεντακόσια σκαλοπάτια και να περάσει κοντά τους τον σύντομο χειμώνα.
Πήγε στο σχολείο μέχρι την τρίτη του Δημοτικού και στα 15 της χρόνια την πάντρεψαν με τον συντοπίτη τους καπετάνιο Γ. Σιγάλα, που κι αυτός με την σκούνα του ταξίδευε τις θάλασσες.
Ο πατέρας προίκισε την πρωτοκόρη του με το υπόσκαφο σπίτι στην καλντέρα, της έδωσε λίρες χρυσές και ναπολεόνια, της έγραψε μεγάλα αμπέλια και άλλα χτήματα και την στόλισε με πολύτιμα κοσμήματα που είχε φέρει από τα ταξίδια του στην Ρωσία.
Εκείνη, παρ’ ότι παιδί ακόμα, καταλάβαινε ότι θα έχει την μοίρα της μητέρας της.
Ο άντρας της θα ταξίδευε κι εκείνη θα έμενε μόνη στο σπίτι να τον περιμένει και να έχει την φροντίδα των παιδιών, αλλά κυρίως των αμπελιών, της μεγάλης βεντέμας (δηλ.του τρύγου) και του κρασιού.
Ο καπετάνιος, τον Οκτώβρη, επέστρεφε από τα ταξίδια του, γέμιζε χρήματα το σεντούκι του σπιτιού, καμάρωνε πανευτυχής τα παιδιά του, που έρχονται- το ένα πίσω απ’ τ’ άλλο- σχεδόν κάθε χρόνο- και ξανάφευγε με τ’ αεράκι του Επιταφίου, κάθε Απρίλιο.
Εκείνη γέννησε 14 παιδιά, επέζησαν τα 7 και, με τον δικό της μοναδικό τρόπο, κατάφερνε να του εξοικονομεί χρήματα και να του τα δίνει να της αγοράσει κι άλλη σκούνα, κι άλλο καραβάκι κι άλλο… κι άλλο…
Ο ΠΕΙΡΑΙΑΣ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΩΛΕΙΕΣ
Στα 40 της χρόνια ο στόλος της είχε μεγαλώσει.
Η Σαντορίνη ήταν μακριά πολύ από τον Πειραιά.
Τότε, εγκατέλειψε την Πάνω Μεριά κι εγκαταστάθηκε στον Πειραιά.
Αγόρασε σπίτι κι άνοιξε ναυτιλιακό γραφείο. Αγόρασε κι άλλα ακίνητα, αγόρασε κι άλλα καράβια, μικρά και μεγάλα.
Στις ναυτιλιακές και οικονομικές της δραστηριότητες την βοήθησε πολύ και την στήριξε ο εξάδελφός της εφοπλιστής Λουκάς Ν. Νομικός.
Πάντα όμως οι φουρτούνες της ζωής της ήταν περισσότερες από τη νηνεμία.
Πάντρεψε τα κορίτσια της, πάντρεψε τους γιούς της, καμάρωσε τα εγγόνια της.
Στον πόλεμο, άλλα καράβια της χάθηκαν κι άλλα επιτάχθηκαν.
Τελικά έχασε όλα τα πλοία της!
Θρήνησε τις απώλειες αγαπημένων της ανθρώπων.
Μάνα, γυναίκα και νοικοκυρά, νοιάστηκε πάντα και φρόντισε όχι μόνο την οικογένειά της και όσους είχαν μείνει πίσω στην Σαντορίνη, αλλά και τα ίδια της τα πληρώματα, τις γυναίκες και τα παιδιά τους.
Έχοντας τελειώσει την τρίτη τάξη του Δημοτικού σχολείου, βρέθηκε να συνομιλεί, με τον δικό της μοναδικό τρόπο, με πολιτικούς, με υπουργούς, με διοικητές Τραπεζών.
Μετά τον πόλεμο ήρθαν καλύτερες μέρες.
Όπως και οι άλλοι Έλληνες εφοπλιστές αγόρασε τα περίφημα liberties, τα καράβια των αποζημιώσεων και με τους έξυπνους ναύλους, που ή ίδια επέλεγε, κατάφερε κι αγόρασε κι άλλα ακόμα καράβια.
ΟΡΘΙΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ
Η καθηγήτρια Τζελίνα Χαρλαύτη, ιστορικός της Ναυτιλίας, σε μια έρευνα που έκανε για εκείνη, βρήκε στους καταλόγους των Lloyd’s το όνομά της ως “madame Kadio Sigala”μοναδικό γυναικείο όνομα το δικό της εκείνη την εποχή.
Καμία άλλη γυναίκα ,δεν τα είχε καταφέρει στον κατ’ εξοχήν ανδροκρατούμενο αυτόν κόσμο.
Η Καδιώ Σιγάλα κατάφερε να υπάρξει και να επιβιώσει, ως καπετάνισσα και ως πλοιοκτήτρια πλοηγόντας και κατευθύνοντας η ίδια τα καράβια της και την ναυτιλιακή της επιχείρηση, όρθια μέχρι το τέλος.
«Ήμπαινα στο γραφείο και κουβέντιαζα με τσοι δικηγόροι κι όλο την καταστροφή μου ηφέρνανε
.Ήξερα εγώ ίντα έπρεπε να κάμουνε, μα γιάντα δε με ρωτούσανε?
Δυό φορές που ηχαθήκανε τα καράβια, εγώ δεν τα ξανάφτιαξα?
Δεν ήβρα τρόπο να σταθούμε στα πόδια μας?…
Τώρα άλλες εποχές.
Οι γραμματιζούμενοι θα τα κάμουνε καλύτερα.
Ήφευγαν τα βαπόρια από τη διαχείρησή μου. Ήμουνα απελπισμένη, θα΄ποθάνω και θα λένε ο κόσμος πως απόθανα γδυμνή,εγώ που ήμουνε νοικοκυρά από τον πατέρα μου……».
Η Καδιώ Σιγάλα, απεβίωσε πλήρης ημερών στις 2 Ιουλίου του 1967, αφήνοντας πίσω της μια παρακαταθήκη θάρρους και αποφασιστικότητας, ανοίγοντας παράλληλα και δρόμους για άλλες γυναίκες να ασχοληθούν με το επιχειρείν της ναυτιλίας όπως γίνεται σήμερα με ιδιαίτερη επιτυχία.
Πληροφορίες
ΑΕΙΝΑΥΤΕΣ (οι Έλληνες και η θάλασσα)