web analytics
Πολιτικη

Πανικός στο Μαξίμου από τις ανακατατάξεις στη Δεξιά

Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλούν στο Μέγαρο Μαξίμου οι έντονες ανακατατάξεις που καταγράφονται στο δεξιό πολιτικό φάσμα, εντείνοντας την αίσθηση πολιτικής πίεσης γύρω από τον πρωθυπουργό. Σύμφωνα με πληροφορίες, κατά τη διάρκεια εσωτερικής κυβερνητικής σύσκεψης που πραγματοποιήθηκε στις 10 Ιουλίου, διατυπώθηκε η εκτίμηση ότι οι μεταναστευτικές ροές προς την Κρήτη προκαλούν μεγαλύτερη ζημιά στην εικόνα της κυβέρνησης ακόμη και από το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ.

Στη σύσκεψη έγινε αναφορά στις διαρροές ψηφοφόρων προς τα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, διαρροές που φαίνεται να ενισχύονται από την απομάκρυνση ιστορικών προσώπων της παράταξης, όπως οι πρώην πρωθυπουργοί Αντώνης Σαμαράς και Κώστας Καραμανλής. Κυβερνητικά στελέχη παραδέχονται ότι η Νέα Δημοκρατία έχει απωλέσει τη φυσιογνωμία της ως κεντροδεξιάς δύναμης με ιδεολογικό βάθος, και αυτό αποτυπώνεται όχι μόνο στις κοινωνικές τάσεις αλλά και στις εκδηλώσεις αντιπολιτευτικής ακαδημαϊκής εμβέλειας, όπως η πρόσφατη ημερίδα στην ΕΣΗΕΑ με τη συμμετοχή πανεπιστημιακών και καθηγητών.

Το κυβερνητικό επιτελείο εξετάζει πλέον σοβαρά την επιλογή αξιοποίησης του μεταναστευτικού ως εργαλείου πολιτικής επανατοποθέτησης, προσβλέποντας στη συσπείρωση της δεξιάς βάσης. Οι αστοχίες στην εξωτερική πολιτική και κυρίως η ένταση που επικρατεί λόγω της υπερσυγκέντρωσης παράνομων μεταναστών στην Κρήτη έχουν προκαλέσει φθορά σε προπύργια της Νέας Δημοκρατίας, με τους ψηφοφόρους να στρέφονται προς κόμματα όπως αυτά του Κυριάκου Βελόπουλου και του Δημήτρη Νατσιού, ενώ αναμένεται και η συγκρότηση νέου πολιτικού σχηματισμού από τον Αντώνη Σαμαρά. Παράλληλα, στο προσκήνιο διατηρείται το ενδεχόμενο επαναδραστηριοποίησης του Ηλία Κασιδιάρη, ο οποίος διατηρεί σταθερή εκλογική βάση, γεγονός που εκτιμάται ότι θα επιφέρει σημαντική αιμορραγία στη ΝΔ και απώλεια της αυτοδυναμίας.

Η αλλαγή πολιτικής στρατηγικής έχει ήδη δρομολογηθεί, με αφετηρία το ταξίδι του Πρωθυπουργού στο Άγιο Όρος. Εκεί, σύμφωνα με πληροφορίες, επιδιώχθηκε η αποκατάσταση των σχέσεων με την εκκλησιαστική κοινότητα, οι οποίες είχαν διαρραγεί μετά την υιοθέτηση προοδευτικών πρωτοβουλιών, όπως οι πολιτικές υπέρ των ΛΟΑΤΚΙ+. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υποσχέθηκε 100 εκατομμύρια ευρώ σε χρηματοδοτήσεις μέσω ευρωπαϊκών προγραμμάτων, ενώ μέσω του ηγουμένου Εφραίμ προσπάθησε να προσεγγίσει και το ρωσόφιλο ακροατήριο.

Στο τραπέζι βρίσκεται και η επανάληψη του σεναρίου του Έβρου του 2020, όταν η έντονη παρουσία μεταναστών στα σύνορα είχε παρουσιαστεί ως απόπειρα υβριδικής επίθεσης από την Τουρκία. Τότε, οι δηλώσεις περί εθνικής απειλής και οι παρεμβάσεις του Α/ΓΕΕΘΑ Κωνσταντίνου Φλώρου είχαν ενισχύσει το προφίλ της κυβέρνησης στους πατριωτικούς κύκλους. Σήμερα, επιχειρείται η αναπαραγωγή αυτού του σκηνικού με φόντο τη Λιβύη και τις θαλάσσιες διαδρομές μεταναστών προς την Κρήτη. Η παρουσία μονάδων του Πολεμικού Ναυτικού νότια του νησιού, η ρητορική περί σκληρής γραμμής και η περικοπή παροχών προς παράτυπους μετανάστες από τον υπουργό Θάνο Πλεύρη θεωρούνται βασικά στοιχεία μιας επιχείρησης ανασύστασης του δεξιού αφηγήματος.

Στο πλαίσιο αυτό, κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι στο Μαξίμου εκτιμάται πως η ενδεχόμενη επαναφορά του Αλέξη Τσίπρα στην πολιτική σκηνή θα μπορούσε να λειτουργήσει ενισχυτικά για τη Νέα Δημοκρατία. Το επιτελείο του Πρωθυπουργού θεωρεί ότι η παρουσία του πρώην πρωθυπουργού μπορεί να προκαλέσει ανασφάλεια στο παλιό δεξιό ακροατήριο, ωθώντας το σε αναδίπλωση και αποτροπή μετακινήσεων προς μικρότερα δεξιά κόμματα. Παράλληλα, η επιστροφή Τσίπρα ενδέχεται να πλήξει εκλογικά το ΠΑΣΟΚ, διευκολύνοντας τους σχεδιασμούς του Μεγάρου Μαξίμου.

Την ίδια στιγμή, ο Πρωθυπουργός καταρτίζει πρόγραμμα περιοδειών ενόψει Σεπτεμβρίου, με ορίζοντα τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Προτεραιότητα δίνεται στη Βόρεια Ελλάδα, όπου καταγράφονται απώλειες για τη Νέα Δημοκρατία, με το κυβερνητικό επιτελείο να σχεδιάζει παροχές και μέτρα υπέρ των νέων και των οικογενειών, προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη σε κρίσιμες πληθυσμιακές ομάδες.

Σενάρια συγκυβέρνησης επανέρχονται στο προσκήνιο

Παρά τις προσωπικές αιχμές και τις φραστικές αντιπαραθέσεις που αντήχησαν το μεσημέρι της Τετάρτης 9 Ιουλίου από το βήμα της Βουλής, η πολιτική απόσταση ανάμεσα στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Νίκο Ανδρουλάκη φαίνεται να μικραίνει υπό το βάρος μιας κοινής απειλής με ονοματεπώνυμο: Αλέξης Τσίπρας. Η επιστροφή του πρώην πρωθυπουργού στο προσκήνιο, ακόμη και σε φάση πολιτικής διερεύνησης, ξυπνά μνήμες από το πρόσφατο παρελθόν και επαναφέρει ενδεχόμενα που μέχρι πρότινος θεωρούνταν απίθανα.

Οι δημόσιες τοποθετήσεις των ηγετών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ παραμένουν σε αντιπαραθετικό πλαίσιο, ωστόσο η πολιτική πραγματικότητα συχνά επιβάλλει λύσεις που δεν εντάσσονται σε αυστηρά κομματικά αφηγήματα. Η παραδοχή αυτή δεν περνά απαρατήρητη, ιδίως σε μια περίοδο κατά την οποία οι ισορροπίες του πολιτικού σκηνικού διαρκώς μεταβάλλονται.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης γνωρίζει καλά πως η πιθανή επανεμφάνιση Τσίπρα, είτε με νέο πολιτικό φορέα είτε με παρεμβατικό ρόλο στον χώρο της Κεντροαριστεράς, θέτει σε αμφισβήτηση τις φιλοδοξίες του να ηγηθεί ενός διψήφιου κόμματος με δυναμική. Το πολιτικό βάρος του πρώην πρωθυπουργού και οι αναμνήσεις του 2015 αποτελούν για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ έναν παράγοντα πίεσης που μπορεί να ανατρέψει τους υφιστάμενους σχεδιασμούς του.

Ταυτόχρονα, στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ επικρατεί ιδεολογική διάσπαση: από τη μια, ένα ισχυρό τμήμα στελεχών βλέπει ως αδιανόητη κάθε συνεργασία με τη ΝΔ, θεωρώντας ότι το κόμμα πλήρωσε πολιτικά το τίμημα της συγκυβέρνησης με τον Αντώνη Σαμαρά. Από την άλλη, υπάρχουν εκείνοι που δεν λησμονούν τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στο ΠΑΣΟΚ και τα στελέχη του την περίοδο των πρώτων χρόνων της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και απορρίπτουν οποιοδήποτε σενάριο συνεργασίας με την Κουμουνδούρου και τα σχήματα που προκύπτουν από αυτήν.

Σε αυτό το περιβάλλον, η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ επιμένει στην επιλογή της αυτόνομης πορείας, αποφεύγοντας δεσμεύσεις και ανοικτές γέφυρες, γνωρίζοντας ωστόσο ότι ο καθοριστικός παράγοντας παραμένει η κάλπη. Όπως είχε πει και ο Φρανσουά Μιτεράν, η ημέρα των εκλογών είναι αυτή που καθορίζει τις εξελίξεις. Το εκλογικό αποτέλεσμα θα διαμορφώσει νέες ισορροπίες και θα κρίνει το κατά πόσο οι πολιτικές αφηγήσεις θα επιμείνουν ή θα αναπροσαρμοστούν.

Στην αντίπερα όχθη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιμένει στο σενάριο της αυτοδυναμίας, με σαφές μήνυμα ότι σε διαφορετική περίπτωση δεν θα διστάσει να οδηγήσει τη χώρα σε δεύτερες ή και τρίτες εκλογές. Η στρατηγική αυτή βασίζεται στην εκτίμηση ότι η προοπτική ακυβερνησίας θα λειτουργήσει συσπειρωτικά για το συντηρητικό εκλογικό ακροατήριο, το οποίο ενδέχεται, μπροστά στο ενδεχόμενο πολιτικής αστάθειας, να επιστρέψει στη ΝΔ, ακόμη κι αν είχε απομακρυνθεί στις προηγούμενες κάλπες.

Δεν λείπουν όμως και οι φωνές εντός της Νέας Δημοκρατίας, ιδίως από τον χώρο του πρώην εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ, που βλέπουν με θετικό μάτι ένα ενδεχόμενο συγκυβέρνησης ειδικού σκοπού, εφόσον προκύψουν οι κατάλληλοι αριθμοί. Η προϋπόθεση είναι το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ να είναι τέτοιο ώστε να μπορεί να διαπραγματευτεί πολιτικούς όρους και ρόλο στο μετεκλογικό σκηνικό. Αν όμως οι αριθμοί παραμείνουν καθηλωμένοι στα σημερινά επίπεδα, τότε η συζήτηση περί συνεργασίας με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη θα καταστεί εξαιρετικά δύσκολη, τόσο για το ΠΑΣΟΚ όσο και για άλλους εν δυνάμει εταίρους.

Περαιτέρω περιπλοκή ενδέχεται να προκαλέσει η εφαρμογή της λίστας σε ενδεχόμενη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση. Στην περίπτωση αυτή, ο κάθε πολιτικός αρχηγός θα έχει τον πλήρη έλεγχο των υποψηφιοτήτων, γεγονός που αυξάνει την επιρροή του στις εσωκομματικές ισορροπίες, αλλά και τη δυνατότητά του να τιθασεύσει εσωτερικές διαφοροποιήσεις.

Πηγή

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *