ΚΩΣΤΑΣ ΔΟΥΚΑΣ : Δύο μάτια εἶχε ὁ Κύκλωπας…
ΕΛΕΥΣΙΝΟΣ ΤΟΥ 6ου π.Χ. ΑΙΩΝΑ, ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΑΓΓΕΙΟΓΡΑΦΙΕΣ
12ον
Ὁλοκληρώνοντας τόν δωδεκάλογο τῶν πιό κραυγαλέων ἀποδείξεων πού βρίσκονται στήν Ἰλιάδα καί τήν Ὀδύσσεια, ἀπό τίς ὁποῖες προκύπτει ὃτι ὁ Ὃμηρος ἦταν παλαιότατος ἂνθρωπος, αὐτόπτης μάρτυς τῶν Τρωικῶν, ὀξυδερκής καί ὂχι τυφλός, θά ἀναφερθῶ στό μεγαλύτερο φιλολογικό ψεῦδος πού ἒχει ἐπικρατήσει παγκοσμίως, ὃτι δηλαδή ὁ Κύκλωπας Πολύφημος, ὁ γιός τοῦ Ποσειδῶνος, ἦταν μονόφθαλμος. Ἡ παγκόσμια φιλολογία καί παραφιλολογία ἒχει γεμίσει τήν οἰκουμένη ἐντύπως καί ἠλεκτρονικῶς μέ ἓνα θηριωδῶν διαπλάσεων ὂν, μυῶδες καί ἂγριο, πού προκαλεῖ τό δέος του μέ τήν μονοφθαλμία του.
Ὁ πρῶτος παγκοσμίως πού ἀναφέρθηκε στό ὑπερμεγέθες αὐτὀ ὂν ἦταν ὁ Ὃμηρος, ὁ ὁποῖος ὃμως πουθενά δέν ἀναφέρει ὃτι ὁ Κύκλωπας εἶχε ἓνα μάτι.
Οἱ μετέπειτα συγγραφεῖς καί ποιητές τερατολογήσαντες ἐπέβαλαν τήν ἀντίληψη ὃτι ὁ Κύκλωπας ἒπρεπε νά ἦταν μονόφθαλμος, ἐνῶ πλῆθος διαπρεπῶν φιλολόγων ἀνά τόν κόσμο προσπάθησαν νά ἐτυμολογήσουν τήν καταγωγή τῆς λέξεως, δίνοντας ὁ καθένας τήν δική του ἀντίληψη, μέ ἀποτέλεσμα καί ἐδῶ νά δημιουργηθοῦν πολλές ἀμφισβητήσεις καί συγχύσεις.
Ὁ Κύκλωπας λοιπόν, γιά τήν ἀκρίβεια κύκλωψ, παράγεται ἀπό τήν ὁμηρική λέξη κυκλάζω ἢ κυκλαίνω πού σημαίνει περιέρχομαι κυκλικά, περικυκλώνω, περιτριγυρίζω, καί ὢψ=ὂψη, πρόσωπο (ὢπα ἰδέσθαι σημαίνει βλέπω κατά πρόσωπο). Οἱ Κύκλωπες λοιπόν ἦσαν οἱ πρῶτοι γεωργοκτηνοτρόφοι, οἱ ὁποῖοι καθόριζαν τήν περιοχή ἰδιοκτησίας τους βλέποντες κυκλικά τριγύρω καί διαλέγοντες τόν χῶρο τους. Οἱ Κύκλωπες κατά τόν Ὂμηρο ἒχοντες πεποίθηση στό ὑπερμεγέθες σωματότυπό τους, ἦσαν ἂνομοι. Δέν ὑπάκουαν οὒτε τούς θεούς. Εἶχαν δικές τους ἀρχές καί ἂγραφους νόμους καί εἶχαν κάποια θεϊκή καταγωγή. Ἦσαν γιγαντιαίου ἀναστήματος, ἀλλά δέν ὑπῆρχε λογος νά εἶναι μονόφθαλμοι. Τουλάχιστον ὁ Ὃμηρος δέν ἀναφέρει κάτι τέτοιο. Ἀπεναντίας, ἀπό τόν ἀφηγηματικό τρόπο τυφλώσεώς του ἀπό τόν Ὀδυσσέα καί τούς συντρόφους του προκύπτει ὃτι εἶχε δύο μάτια, ὃπως ὃλοι οἱ ἂνθρωποι. Ἀλλά ὁ μύθος εἶναι πολύ ἰσχυρός καί συναρπαστικός. Ἐξαπατήθηκε ἀκόμη καί ὁ μεγαλοφυής Φρανσίσκο Γκόγια καί φιλοτέχνησε τόν Κύκλωπα σάν τέρας μέ ἓνα μάτι. Ἀς δοῦμε ὃμως τί λέει ὁ Ὃμηρος στήν Ὀδύσσεια, ὃπου ἐξιστορεῖται ἀκριβῶς πῶς τυφλώθηκε. Παγιδευμένοι ὁ Ὀδυσσέας καί σύντροφοί του μέσα στήν σπηλιά περιεργάζονται τόν γίγαντα πού ἒμενε ἐκεῖ:
ἒνθα ἐνίαυε πελώριος, ὃς ῥα τε μῆλα
οἶος ποιμένεσκε ἀπόπροθεν· οὐδέ μετ᾽ ἂλλους
πωλεῖτ᾽, ἀλλ᾽ ἀπάνευθε ἐών ἀθέμιστα ᾒδη.
καί γάρ θαῦμ᾽ ἐτέτυκτο πελώριον, οὐδέ ἐῴκει
ἀνδρί γε σιτοφάγῳ, ἀλλά ῥίω ὑλίεντι
ὑψηλῶν ὀρέων, ὃ τε φαίνεται οἶον ἀπ᾽ ἂλλων.
Ἒμμετρη μετάφραση του γράφοντος:
(᾽Εκεῖ ἂνδρας ἀναπαυόταν πελώριος, πού τά πρόβατα
μόνος ποίμαινε χωριστά· οὐδέ μέ τούς ἂλλους
σύχναζε, ἀλλά μακριά ἦταν καί τ᾽ ἂνομα ἢξερε.
Καί ἦταν ἀλήθεια ἓνα θαῦμα πελώριο, οὒτε ἒμοιαζε
μέ ἂνδρα σιτοφάγο, ἀλλά μέ κορυφή δασώδη
ὀρέων ὑψηλῶν, πού φαίνεται μόνη ἀπό τίς ἂλλες).
Παρέχεται ἐδῶ ἡ εὐκαιρία στόν ποιητή, καθώς περιγράφει τήν ἐξωτερική ἐμφάνιση τοῦ Κύκλωπα, νά ἐπισημάνει τό ὃλως ἀξιοπερίεργο, ἀφύσικο καί ἐντυπωσιακό ὃτι ὁ ἂγριος γίγαντας ἦταν μονόφθαλμος, Δέν τό πράττει οὒτε ἐδῶ οὒτε σέ ὁποιαδήποτε ἂλλη περικοπή τοῦ ἒπους, ὃπως γιά παράδειγμα στόν στίχο Ὀδ. ι 255-257, ὃταν ὁ Κύκλωπας ἀπευθύνει τήν πρώτη φράση πρός τους παγδευμένους ὁμήρους του:
Ὡς ἒφαθ᾽, ἡμίν δ᾽ αὖτε κατεκλάσθη φίλον ἦτωρ
δεισάντων φθόγγον τε βαρύν αὐτόν τε πέλωρον.
(Ἒτσι εἶπε, καί σ᾽ ἐμᾶς πάλι ἒσπασε τό φιλοκάρδι
ἀπό δέος στήν βαρειά φθογγή του κι ἀπ᾽ αὐτόν τόν παλώριο).
Καί πάλι δέν τούς ἐντυπωσιάζει ἡ μονοφθαλμία του, ἀλλά τό πελώριο ἀνάστημα τοῦ γίγαντα. Ὁ λόγος εἶναι εὐνόητος. Ὁ Κύκλωπας δέν ἦταν μονόφθαλμος. Ἡ μονοφθαλμία εἶναι ἐπινόημα τῆς φαντασίας τῶν μεταγενεστέρων ποιητῶν, οἱ ὁποῖοι τερατολόγησαν γιά λόγους ἐντυπωσιασμοῦ.
Ἀλλά καί ἀπό τόν στίχο Ὀδ. ι 389 προκύπτει σαφῶς, κατά τήν λεπτομερῆ περιγραφή τῆς σκηνῆς τυφλώσεως, ὃπου ἀναφέρεται ἡ ὓπαρξη…δύο φρυδιῶν, πού θά ἦσαν ἂχρηστα ἂν ὁ γίγαντας εἶχε ἓνα μάτι. Ἓνα φρύδι ἀρκοῦσε. Τήν γνώμη αὐτή ἒχω διατυπώσει ἢδη ἀπό τό 1992 στά σχόλια τῆς πεζῆς μεταφράσεώς μου τῆς Ὀδύσσειας, συμβουλευθείς καί τον πρωτοαττικό ἀμφορέα τῆς Ἐλευσίνος τοῦ 560 π.Χ, καί ἂλλες ἀγγειογραφίες πού βρίσκονται σέ μουσεῖα τῆς Ἰταλίας, ὃπου ὁ Κύκλωπας εἰκονίζεται κατά πρόσωπο μέ δύο μάτια. Καί ἰδοῦ ὁ ἐπίμαχος στίχος πού βεβαιώνει ὃτι ὁ Κύκλωπας εἶχε δύο μάτια:
πάντα δέ οἱ βλέφαρ᾽ ἀμφί καί ὀφρύας εὖσεν ἀυτμή
γλήνης καιομένης, σφαραγεύοντο δέ οἱ πυρί ῥίζαι.
(καί ὁ ἀτμός τσουρούφλιζε τά φρύδια καί τά βλέφαρα
καθώς ἡ γλήνα καιγόταν. Τό πῦρ τίς ρίζες ἒσκαζε).
Τα βλέφαρα τοῦ κάθε ὀφθαλμοῦ εἶναι δύο, ὁπότε δικαιολογεῖται ὁ πληθυντικός. Ἀλλά καί κάθε ὀφθαλμός ἒχει ἓνα φρύδι. Γιατί ὁ ποιητής χρησιμοποιεῖ πληθυντικό γιά τά φρύδια; Διότι ὁ Κύκλωπας ἁπλούστατα εἶχε δύο μάτια, ἀφοῦ εἶχε δύο ὀφθαλμούς. Ὃταν συγχαίονται τά ἲχνη τῆς ἱστορίας μέ τήν μυθολογία, εἶναι ἀσύνηθες νά διαλύει κανείς τούς μύθους. Ὃταν ὃμως ἒχουμε στά χέρια μας τά ἀρχαιότερα κείμενα πού μᾶς ἒχουν διασωθεῖ, τήν Ἰλιάδα καί τήν Ὀδύσσεια, ἒστω καί στήν ἐπανέκδοσή τους ἀπό τούς Πεισιστρατίδες τοῦ 6ου αἰῶνος, δέν μποροῦμε νά ἀγνοήσουμε τό πληροφοριακό ὑλικό. Ἂν διαβάσει κανείς ὃλη τήν περιγραφή τυφλώσεως τοῦ Κύκλωπα, ἢτοι τούς στίχους τῆς Ὀδύσσειας ι 371-398, θά μείνει κατάπληκτος ἀπό τόν τρόπο πού ὁ Ὀδυσσέας καί οἱ ἐναπομείναντες σύντροφοί του (τοῦ εἶχε ἢδη κατασπαράξει ὁ γίγαντας 6 από αὐτούς) κακοποίησαν τόν ἓνα ἐκ τῶν δύο ὀφθαλμῶν. Ἀπό τήν κακοποίηση τοῦ ἑνός ὀφθαλμοῦ θά ἐπηρεάσθηκε βαρύτατα τό ὀπτικό νεῦρο καί τοῦ ἂλλου ὀφθαλμοῦ, μέ ἀποτέλεσμα τήν ὁλοκληρωτική τυφλότητα.