web analytics
Επικαιροτητα

Το υποβρύχιο Γλαύκος, η αποστολή του 1974, η συνωμοσία και τα παλιοσίδερα

Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος

Το υποβρύχιο «Γλαύκος» (S-110), που αντί τιμήματος 90.000 e. καταλήγει παλιοσίδερα αντί να κοσμήσει και να εμπλουτίσει με την παρουσία του το Άλσος Ναυτικής Παράδοσης στο Παλαιό Φάληρο, βρέθηκε στην πορεία της ζωής του με την κυανόλευκη να κυματίζει στην πρύμνη και τον ιστό του, να αναλαμβάνει μια άκρως απόρρητη αποστολή που αν τελικά εκτελείτο θα άλλαζε τον συσχετισμό δυνάμεων στην ανατολική Μεσόγειο και -ίσως- τον ρου της Ιστορίας!

Λόγοι που δεν έχουν διευκρινισθεί μέχρι σήμερα, υποχρέωσαν τον κυβερνήτη του να διατάξει δυο φορές «κράτει» στις μηχανές του και να αντιστρέψει την πορεία του, επιτρέποντας έτσι στην Τουρκία να πραγματοποιήσει σχεδόν ανενόχλητη την απόβαση και την κατάληψη μέρους της Κύπρου.

Συνωμοσία η ολιγωρία; 

Κανείς δεν έχει μάθει ακόμα…

Παρ όλα αυτά υπήρξε ένα ηρωικό πολεμικό πλοίο που πήρε εντολή να υπερασπισθεί την τιμή, τα δίκαια και την αξιοπρέπεια τους Έθνους και η θέση του δικαιωματικά, ήταν για πάντα μετά την απόσυρση του από την ενεργό δράση, δίπλα στο Θ/Κ «Αβέρωφ» και το Α/Τ «Βέλος» και όχι σε κάποιο διαλυτήριο με τις πρέσες και τα μαχαίρια να του ξεριζώνουν τις λαμαρίνες!…

Το Υ/Β ΓΛΑΥΚΟΣ (S-110) ήταν το πρώτο παγκοσμίως συμβατικό Υ/Β type 209 (1100), πρώτο και ομώνυμο στη σειρά των Υποβρυχίων τύπου «ΓΛΑΥΚΟΣ» που διαθέτει το Πολεμικό Ναυτικό. Κατασκευάσθηκε στα Ναυπηγεία της HDW στο ΚΙΕΛΟ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ. Καθελκύσθηκε την 19 Σεπτεμβρίου 1970. Την 6 Νοεμβρίου 1971 κατέπλευσε στo Ναύσταθμο Σαλαμίνος και ενετάχθη στη δύναμη των Υποβρυχίων. 

Από τον Μάρτιο του 1996 έως τον Αύγουστο του 1998 έλαβαν χώρα εργασίες εκσυγχρονισμού στις εγκαταστάσεις του Ναυστάθμου Σαλαμίνος για την επιχειρησιακή και τεχνολογική του αναβάθμιση, στις απαιτήσεις του σύγχρονου πολέμου.

«ΠΛΕΥΣΑΤΕ ΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ»

Το 1974 το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό διέθετε τέσσερα υπερσύγχρονα υποβρύχια που είχαν ναυπηγηθεί στη Γερμανία. 

Τα δύο εξ αυτών, το «Γλαύκος» και το «Νηρεύς», ταξίδεψαν μέχρι τα ανοιχτά της Κύπρου ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη η απόβαση των Τούρκων στις ακτές της Κερύνειας αλλά ανακλήθηκαν δύο φορές. Έτσι χάθηκε μια μάχη γιατί, πολύ απλά, ποτέ δεν δόθηκε.

Η απόρρητη έκθεση του κυβερνήτη του «Γλαύκου» πλωτάρχη Βασιλείου Γαβριήλ, αποτελεί μέρος του φακέλου της Κύπρου και ρίχνει φως σε ένα μικρό κομμάτι των σκοτεινών γεγονότων του 1974.

Την παραμονή της τουρκικής εισβολής, 19 Ιουλίου, δεν υπήρχαν απλώς φήμες, αλλά σαφείς πληροφορίες για τη συγκέντρωση στρατευμάτων στα τουρκικά παράλια απέναντι από την Κύπρο.

 Οι πληροφορίες ανέφεραν την προετοιμασία αποβατικών πλοίων, αλλά οι άνθρωποι του Ιωαννίδη καθησύχαζαν ότι έχουν διαβεβαιώσεις ότι δεν πρόκειται να συμβεί τίποτα και πρόκειται απλώς για συνήθεις ασκήσεις των Τούρκων. 

Ακόμα και όταν ο τουρκικός αποβατικός στόλος βρισκόταν έξω από την Κερύνεια οι οδηγίες ήταν: 

«Μην ανησυχείτε, διεξάγεται άσκηση».

Ο κυβερνήτης του «Γλαύκος», παρότι δεν είχε σχετικές διαταγές, από τις 15 Ιουλίου είχε αρχίσει να φορτώνει τορπίλες. 

«Η παραλαβή τορπιλλών», γράφει ο πλωτάρχης Β. Γαβριήλ, «εσυνεχίσθη καθ’ όλην την διάρκειαν της νυκτός και ανεξαρτήτως τω υφισταμένων διαταγών, καθ’ όσον την μεσημβρίαν επιστρέψας εκ της υπηρεσίας εις την οικίαν μου επληροφορήθην περί της ανατροπής εν Κύπρω του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και ως εκ τούτου εφοβήθην επιδείνωσιν της καταστάσεως». 

Το τι προετοίμαζαν οι Τούρκοι στην Κύπρο το γνώριζαν οι πάντες πλην αυτών που όφειλαν να λάβουν μέτρα. 

Ο πλωτάρχης σε άλλο σημείο της έκθεσής του γράφει: 

«Τας βραδυνάς ώρας της 18ης (Ιουλίου 1974) ηκρωώμην μεθ’ ετέρων δύο συναδέλφων μου την εκπομπήν της Ντώυτσε Βέλλε, ήτις ανεφέρετο εις την εν Κύπρω κατάστασιν, ως και εις την συγκέντρωσιν τουρκικών στρατευμάτων εις Αλεξανδρέτταν. 

Μετά το πέρας ταύτης απευθυνθείς προς τους συναδέλφους μου τους είπον “εάν δεν λένε ψέμματα, ως συνήθως, αύριον θα πρέπει να έχωμεν πόλεμον με τους Τούρκους”».

Την επόμενη μέρα οι κυβερνήτες των υποβρυχίων «Γλαύκος» και «Νηρεύς», Γαβριήλ και Παναγιωτόπουλος, κλήθηκαν στη Διοίκηση Υποβρυχίων και ο διοικητής τούς ενημέρωσε ότι «πρόκειται να αποπλεύσουν τα Υ/Β «Γλαύκος» και «Νηρεύς», το ταχύτερον δυνατόν, προς επίδειξιν Σημαίας και εκδήλωσιν δυναμικής παρουσίας διά αναδύσεων και καταδύσεων εν όψει τουρκικών μονάδων».

Ο πλωτάρχης Γαβριήλ, σύμφωνα με τα όσα καταγράφονται στην έκθεσή του, είχε φέρει αντίρρηση για τη χρησιμοποίηση των υποβρυχίων για σκοπούς επίδειξης σημαίας, αλλά η απάντηση που πήρε από τον διοικητή των υποβρυχίων ήταν πως αυτές είναι οι οδηγίες του αρχηγού Ναυτικού Πέτρου Αραπάκη.

 Ενώ λοιπόν οι κυβερνήτες των δύο υποβρυχίων ενημερώνονταν για το σχέδιο «Κ» (κωδικός για την Κύπρο) ειδοποιήθηκαν από τον αρχιεπιστολέα του Στόλου να αποπλεύσουν εντός μισής ώρας.

 Τα χρονικά περιθώρια ήταν τόσο στενά που το υποβρύχιο δεν πρόλαβε να φορτώσει τα απαιτούμενα τρόφιμα και άφησε πίσω του άνδρες του πληρώματος που ήταν εξοδούχοι και δεν πρόλαβαν να επιστρέψουν.

 Οι διαταγές ήταν να διεξαγάγουν περιπολίες νοτιοανατολικά της Ρόδου, στα ανοιχτά της Κύπρου. 

Ο τηλεγραφητής του «Γλαύκος» Χαράλαμπος Γιακουβάκης κλήθηκε από τον κυβερνήτη στο γραφείο του και παρέλαβε έναν κουβά με μαύρη μπογιά και ένα πινέλο για να σβήσει από τον πυργίσκο του υποβρυχίου τα διακριτικά του (τον αριθμό S110).

ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ «ΓΛΑΥΚΟΥ»

Ο Βασίλης Γαβριήλ αναφέρει ακόμα στην  έκθεσή του ότι την 21η Ιουλίου έχοντας οδηγίες να βρεθεί μεταξύ Κύπρου και Τουρκίας και γνωρίζοντας ότι εξελισσόταν η τουρκική εισβολή ετοίμαζε πολεμικά σχέδια.

 «Υπελόγισα ότι αι τουρκικαί δυνάμεις αι οποίαι θα μοι απησχόλουν θα ήσαν, κατά μεν την μετακίνησιν (TRANSIT) του Υποβρυχίου περίπου 4 υποβρύχια και εγγύς της Κύπρου περίπου 10 αντιτορπιλικά, εξαιρουμένων βεβαίως των τουρκικών μεταγωγικών ως και των πλοίων επιφανείας και υποβρυχίων ετέρων κρατών. 

Ως εκ τούτου έπλευσα νοτιώτερον και εσκόπευα όπως εκτελέσω προσγείωσιν εις Κάβον Αρναούτι της Κύπρου και εν συνεχεία πλέων εγγύς των ακτών μέχρις του τομέως περιπολίας θα επιτιθέμην εναντίον παντός τουρκικού αντιτορπιλικού και μεγάλου μεταγωγικού. 

Αντικειμενικός μου σκοπός κυρίως ήτο όπως διέλθω εκ του λιμένος της Κυρηνείας ένθα και θα έβαλον τας τορπίλλας εναντίον παντός στόχου ευρισκομένου εκεί και ανεξαρτήτως εθνικότητος. 

Όσον αφορά τα τουρκικά αντιτορπιλικά τα οποία τυχόν θα συναντούσα κατά το TRANSIT, είχα αποφασίσει να τους επιτεθώ εφ’ όσον διήρχοντο εις απόστασιν μικροτέρα των 10.000 υαρδών και υφίστατο πιθανότης εντοπισμού μου, δεδομένου ότι επίστευσα πως εφ όσον εντοπιζόμην υπό τουρκικού αντιτορπιλικού θα μοι επιτίθετο.

 Εις τον τομέα περιπολίας μου και ανεξαρτήτως της λήψεως διαταγής ενάρξεως πυρ, είχον αποφασίσει όπως επιτίθεμαι εναντίον οιασδήποτε εθνικότητος πλοίου, κατά προτεραιότητα αντιτορπιλικών, καθ’ όσον η αναγνώρισις της εθνικότητος ενός στόχου, ιδίως εν νυκτί, αποτελεί ουτοπία».

Και ενώ ο κυβερνήτης είχε ξεκάθαρο στο μυαλό του το σχέδιο επίθεσης κατά του τουρκικού στόλου μόλις έφτασε στα 85 ναυτικά μίλια από την Κύπρο, στις 9.30 το βράδυ της 21ης Ιουλίου πήρε το σήμα ΑΝ4658, με το οποίο το Αρχηγείο Ναυτικού τον διέταξε να γυρίσει πίσω στη Ρόδο.

Τελικώς τα υποβρύχια «Γλαύκος» και «Νηρεύς» συμμορφώθηκαν με τις οδηγίες και επέστρεψαν στη Ρόδο χωρίς να εμπλακούν σε επιχειρήσεις στην Κύπρο.

 Όταν έφτασαν στο νησί, οι κυβερνήτες Βασίλης Γαβριήλ και Ιωάννης Παναγιωτόπουλος έλαβαν το σήμα ΑΝ4724 (22 Ιουλίου στις 7.30 το απόγευμα) με το οποίο το Αρχηγείο Ναυτικού τούς διέτασσε να πλεύσουν και πάλι προς την Κύπρο.

 Οι διαταγές ήταν να βρίσκονται σε πολεμική ετοιμότητα αλλά να μην επιτεθούν εναντίον των Τούρκων αν δεν λάβουν οδηγίες. 

Δεν θα χρειάζονταν, όμως, οδηγίες αν δέχονταν επίθεση στην οποία θα έπρεπε να απαντήσουν.

Στην απόρρητη έκθεσή του ο πλωτάρχης Γαβριήλ σημειώνει ότι και πάλι είχε σχέδιο για επίθεση.

 Κι αυτό, όμως, το σχέδιο ακυρώθηκε αφού όταν το υποβρύχιο βρέθηκε στα 45 ναυτικά μίλια από την Κύπρο, στις 23 Ιουλίου στις 7 το απόγευμα, διατάχθηκε να επιστρέψει και πάλι στη Ρόδο.

ΤΡΙΤΟ ΑΚΥΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΑ

Τον Αύγουστο του 1974, με την αποτυχία των συνομιλιών στη Γενεύη και ενώ ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν επικεφαλής της κυβέρνησης εθνικής ενότητας, η Τουρκία ξεκίνησε τη δεύτερη φάση της εισβολής («Αττίλας 2») ώστε να επεκτείνουν το εύρος των εδαφών που είχαν καταλάβει, με προώθηση των δυνάμεών τους μέχρι του σημείου που βρίσκονται έως σήμερα, καταλαμβάνοντας και την Αμμόχωστο.

Η κυβέρνηση Καραμανλή αποφάσισε να στείλει στην Κύπρο τα υποβρύχια «Τρίτων» και «Πρωτεύς». 

Το σήμα ΑΝ140600/8 δόθηκε στις 14 Αυγούστου στις 5 το πρωί. 

Τα υποβρύχια ξεκίνησαν και όταν στις 9.50 το βράδυ έπλεαν προς την Κύπρο πήραν νέο σήμα (ΑΝ5931) να επιστρέψουν και πάλι.

 Ήταν η τρίτη φορά που η Ελλάδα αποφάσιζε να εμπλακεί με ναυτικές δυνάμεις στις πολεμικές επιχειρήσεις στην Κύπρο και για τρίτη φορά δίσταζε. 

Ο κυβερνήτης του υποβρυχίου «Γλαύκος» στην έκθεσή του εξέφραζε την πεποίθηση ότι αν είχαν αφεθεί τα υποβρύχια να χτυπήσουν τον τουρκικό στόλο θα ανέτρεπαν τα σχέδια της Τουρκίας.

 Γράφει λοιπόν ο πλωτάρχης Γαβριήλ: «Κατά την μετακίνησιν του Υποβρυχίου προς Κύπρον, ήμουν πεπεισμένος ότι εφ’ όσον δεν διεκόπτετο ο πλους και ανελάμβανα δράσιν ομού μετά του υποβρυχίου «Νηρεύς», αι απώλειαι τας οποίας θα επιφέραμεν εις τον εχθρόν θα ήσαν τόσαι ώστε να ηναγκάζετο να ματαιώση την αποβίβασιν».

Το υποβρύχιο «Γλαύκος» από τις 16 Ιουλίου είχε φορτώσει 6 τορπίλες SST-4, συν 4 τορπίλες ΜΚ37.2 και ακόμα 3 τορπίλες ΜΚ37.3.

 Συνολικά μετέφερε 13 τορπίλες και κατά τους υπολογισμούς θα μπορούσε να βυθίσει -ακόμα και με ποσοστό επιτυχίας 50%- έξι έως επτά τουρκικά πλοία και άλλα τόσα το υποβρύχιο «Νηρεύς».

Πηγή

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *