web analytics
Επικαιροτητα

Η θέση του State Department για το ακυρωθέν νομικό καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης Λήμνου και Σαμοθράκης

Tου Δημητρίου-Μερκουρίου Κόντη*

Το απόγευμά της 4ης  Απριλίου του 1975 ο γενικός διευθυντής Πολιτικών Υποθέσεων του ΥΠ.ΕΞ. Ιωάννης Τζούνης θα ανέλυε διεξοδικά στον Αμερικανό πρεσβευτή στην Αθήνα Τζακ Κιούμπιτς τις νομικές θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης αναφορικά με το καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου. Ο Τζούνης εξήγησε στον Αμερικανό πρεσβευτή ότι η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου αφορά τρεις ξεχωριστές ομάδες νησιών και καθορίζεται από τρεις συνθήκες/συμβάσεις αντίστοιχα, αυτές της Λωζάννης (για τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου Χίο, Μυτιλήνη, Σάμο και Ικαρία), Μοντρέ (Λήμνο και Σαμοθράκη) και Παρισίων (για τα Δωδεκάνησα)

Οι θέσεις αυτές, όπως τις ανέλυσε ο Τζούνης το 1975 με μικρές διαφοροποιήσεις, συνεχίζουν να αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στο ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης, θέσεις που είναι αναρτημένες και στην επίσημη ιστοσελίδα του υπουργείου. Στο παρόν άρθρο θα επικεντρωθούμε στο νομικό καθεστώς των νησιών της Λήμνου και της Σαμοθράκης και στην αντίδραση του State Department.

Ο Τζούνης τόνισε ότι το αποστρατιωτικοποιημένο καθεστώς της Λήμνου συζητήθηκε στο ΝΑΤΟ το 1969, όταν η Ελλάδα πρότεινε το αεροδρόμιο του νησιού να μπορεί να δέχεται συμμαχικές δυνάμεις σε περίοδο Νατοϊκής κρίσης ή πολέμου. Η Τουρκία αντιτάχθηκε, ισχυριζόμενη ότι το νησί αποστρατιωτικοποιήθηκε δυνάμει της σύμβασης της Λωζάννης για τα  Στενά του 1923. Ο Τζούνης, τότε Έλληνας πρεσβευτής στην Άγκυρα, έλαβε εντολή να επισημάνει στην τουρκική κυβέρνηση ότι η σύμβαση της Λωζάννης είχε αντικατασταθεί από τη σύμβαση του Μοντρέ του 1936.

Αεροδρόμιο Λήμνου

Κατόπιν μελέτης της κατάστασης, η τουρκική κυβέρνηση απάντησε ότι υπήρξαν αντικαταστάσεις, άλλες ολικές και κάποιες μερικές, και ότι το Μοντρέ αντικατέστησε μόνο εν μέρει τη Λωζάννη.

Ο Τζούνης παρέθεσε στον Κιούμπιτς πώς η έρευνά του στα αρχεία της ελληνικής πρεσβείας αποκάλυψε δήλωση του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Ρουστού Αράς στη Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση, την εποχή που η κυβέρνηση της Τουρκίας έφερε προς επικύρωση τη σύμβαση του Μοντρέ.

Ο Αράς είπε συγκεκριμένα ότι τα εν λόγω νησιά θα μπορούσαν να επαναστρατιωτικοποιηθούν, επειδή «η νέα Τουρκία επιδιώκει για τους γείτονές της αυτό που επιδιώκει για τον εαυτό της».

Αμέσως μετά από αυτή τη δήλωση, η Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση ψήφισε και επικύρωσε τη σύμβαση του Μοντρέ ομόφωνα. Υπήρχε επίσης μια σημείωση στα αρχεία της ελληνικής πρεσβείας ότι ο πρέσβης Νικόλαος Πολίτης, ο τότε Έλληνας πρεσβευτής στη Γαλλία, ο οποίος διαπραγματεύτηκε και υπέγραψε τη σύμβαση του Μοντρέ ως εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης, είχε υποδείξει ότι η δήλωση του Αράς ήταν μέρος μιας συμφωνίας quid pro quo με την οποία η Ελλάδα υποστήριζε την τουρκική επιθυμία να οχυρώσει τα Στενά με αντάλλαγμα τη δική της ελευθερία να επαναστρατιωτικοποιήσει τα νησιά.

Ο Τζούνης παρέπεμψε επίσης σε ένα έγγραφο από τα Αρχεία του ΥΠ.ΕΞ., το οποίο ανέφερε ότι ο Αράς δήλωσε μετά την ψηφοφορία ότι ήταν χαρούμενος που η Μεγάλη Εθνοσυνέλευση ψήφισε την εκ νέου στρατιωτικοποίηση των νησιών. Όταν ο Τζούνης επεσήμανε τη δήλωση του Αράς στον τότε Γενικό Γραμματέα του τουρκικού ΥΠ.ΕΞ. Ισμαήλ Ερέζ, ο τελευταίος είπε ότι θα εξετάσει το θέμα, αλλά η ελληνική κυβέρνηση δεν έλαβε απάντηση. Η εν λόγω δήλωση βρίσκεται στον τόμο 12, σελίδα 309, Εφημερίδα των πρακτικών της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης για την πέμπτη κοινοβουλευτική περίοδο, 81η συνεδρίαση της 31ης Ιουλίου 1936.

Η ιστοσελίδα του ΥΠ.ΕΞ. χρησιμοποιεί την παραπομπή που έδωσε ο Τζούνης στον Κιούμπιτς, ώστε να ανασύρει επακριβώς την δήλωση του Αράς:

«Οι διατάξεις που αφορούν τις νήσους Λήμνο και Σαμοθράκη, οι οποίες ανήκουν στη γειτονική μας και φιλική χώρα Ελλάδα και είχαν αποστρατικοποιηθεί κατ’ εφαρμογήν της Σύμβασης της Λωζάννης του 1923, επίσης καταργήθηκαν με τη νέα Σύμβαση του Μοντρέ και αυτό μας ευχαριστεί ιδιαίτερα.»

Tevfik Rüştü Aras: «H νέα Τουρκία επιδιώκει για τους γείτονές της αυτό που επιδιώκει για τον εαυτό της».

Ο Κιούμπιτς, τρεις μέρες αργότερα, έστειλε μια πλήρη αναφορά στο State Department αναφορικά με τα τεκταινόμενα της συζήτησής του με τον Τζιούνη. Στις 10 Απριλίου του 1975, ο Αμερικανός πρεσβευτής στην Άγκυρα Γούλιαμ Μακόμπερ θα ενημέρωνε την Ουάσιγκτον ότι εντόπισε τις δηλώσεις του Αράς από τις 31 Ιουλίου του 1936, σύμφωνα με τα δεδομένα που είχε κοινοποιήσει ο Τζούνης, επιβεβαιώνοντάς τες στο ακέραιο. Ως αποτέλεσμα, ζήτησε από το State Department να του σταλεί ένα πόρισμα, που θα εξηγούσε αναλυτικά τι ισχύει σήμερα αναφορικά με τους περιορισμούς αποστρατιωτικοποίησης στα νησιά του Αιγαίου.

Τον Αύγουστο του 1977, ο νέος Αμερικανός πρεσβευτής στην Άγκυρα Ρον Σπάιερς θα ζητούσε ρητές οδηγίες από το State Department αναφορικά με το δικαίωμα της Ελλάδας να επαναστρατιωτικοποίησει τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη. Ο Σπάιερς αναφέρεται σε μια απόρρητη έκθεση του Επιτελείου Σχεδιασμού Πολιτικής του State Department, στην οποία είχε πρόσβαση, με τίτλο «US Policy in the Aegean» της 17.5.1976, όπου στη σελίδα 10 αναφέρεται ότι η θέση της Ελλάδας είναι προφανώς δίκαιη. Το επιτελείο αυτό (Policy Planning Staff) ιδρύθηκε το 1947 από τον Τζορτζ Κέναν με στόχο να δρα συμβουλευτικά σε θέματα εξωτερικής πολιτικής των Η.Π.Α. προς τον εκάστοτε υπουργό των Εξωτερικών, που την εποχή εκείνη ήταν ο Τζορτζ Μάρσαλ. Η πρώτη αρμοδιότητα που είχε δοθεί στο επιτελείο από το State Department ήταν να σχεδιάσει το «Σχέδιο Μάρσαλ.»

Εξαιρετικά σημαντική είναι η απάντηση που έλαβε ο Σπάιερς από τον τότε αναπληρωτή υπουργό των Εξωτερικών των Η.Π.Α. Γουόρεν Κρίστοφερ, ο οποίος σε άκρως εμπιστευτικό [Eyes Only] τηλεγράφημά προς τον Σπάιερς, τον ενημερώνει για την επίσημη θέση του State Department:

  1. Όπως θα έχετε αντιληφθεί, η Υπηρεσία απέφυγε σκοπίμως να λάβει θέσεις για συγκεκριμένα ζητήματα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στο Αιγαίο. Η μελέτη που αναφέρεται στο τηλεγράφημα αναφοράς [ANKARA 6089] συντάχθηκε από το Επιτελείο Σχεδιασμού Πολιτικής το 1976 και δεν θα πρέπει να ερμηνευθεί ως [επίσημη] δήλωση της πολιτικής των ΗΠΑ.
  2. Όσον αφορά τη συγκεκριμένη ερώτησή σας και προς ενημέρωση της πρεσβείας, η σύμβαση του Μοντρέ του 1936 αντικατέστησε μόνο τη σύμβαση της Λωζάννης του 1923 για τα Στενά, η οποία προέβλεπε την αποστρατικοποίηση των Τουρκικών Στενών και των βορειότερων νησιών (Λήμνος και Σαμοθράκη–Ελληνικά· Ίμβρος, Τένεδος και Λαγονήσια–Τουρκικά). Σε ισχύ εξακολουθεί να είναι η συνθήκη ειρήνης της Λωζάννης του 1923, ένα ξεχωριστό έγγραφο που αποστρατιωτικοποίησε τη λεγόμενη ομάδα των «μεσαίων νησιών» που περιλαμβάνει τη Λέσβο, τη Χίο, τη Σάμο και την Ικαρία.

Τι εννοούσε δηλαδή ο Κρίστοφερ: Επίσημη θέση του State Department ήταν (και είναι) να μην λαμβάνει δημόσια θέση στο ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου. Γνώριζε όμως πως η Ελλάδα είχε δίκαιο στο ζήτημα των νησιών του Βορείου Αιγαίου. Παρέκκλιση στη πάγια αμερικανική πολιτική της ουδετερότητας αποτέλεσαν οι δηλώσεις του Νίκολας Μπερνς αναφορικά με τον Άγιο Ευστράτιο το 2008 (ότι δεν ισχύει καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης), στην αμερικανική λογική ότι τα ανοιχτά ελληνοτουρκικά ζητήματα πρέπει να παραμείνουν πεπερασμένα.

Warren Minor Christopher, μετέπειτα υπουργός των Εξωτερικών των Η.Π.Α. επί προεδρίας Κλίντον

Η επίσημη θέση του State Department για το νόμιμο δικαίωμα της Ελλάδας να στρατιωτικοποιεί, χωρίς περιορισμούς, τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη επιβεβαιώνεται και σε μεταγενέστερα τηλεγραφήματα. Στις 29 Ιουνίου του 1978, ο τότε υπουργός των Εξωτερικών των ΗΠΑ Σάιρους Βανς, κατόπιν όχλησης της τουρκικής κυβέρνησης, ζήτησε τη γνώμη των πρεσβειών Αθηνών και Άγκυρας αναφορικά με το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών. Το State Department θα απέφευγε και πάλι να ανακοινώσει δημόσια τις θέσεις του, όσο το τουρκικό εμπάργκο όπλων από το Κογκρέσο παρέμενε σε ισχύ. Η αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα (Μίλς) απάντησε ως προς τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη παραθέτοντας την ελληνική θέση, ότι η Σύμβαση του Μοντρέ αντικατέστησε τη Σύμβαση της Λωζάννης. Δηλαδή ακριβώς αυτό που είχε επισημάνει και ο Κρίστοφερ. Η θέση αυτή έγινε αποδεκτή και από την αμερικανική πρεσβεία στην Άγκυρα (Ντίλον), τονίζοντας ότι η Σύμβαση του Μοντρέ «ακύρωσε έτσι την αποστρατιωτικοποίηση των νήσων Λήμνου και Σαμοθράκης της σύμβασης της Λωζάννης.» Η ένσταση της πρεσβείας Άγκυρας ήταν πως η Ελλάδα συνέχιζε να υποχρεούται να τηρεί μονομερώς τις συμβατικές της υποχρεώσεις από το άρθρο 13 της Λωζάννης.

Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξαν και οι Βρετανοί σύμφωνα με πόρισμα του Foreign Office από το 1981:

«Η Σύμβαση του Μοντρέ και το Πρωτόκολλό της είναι εντελώς σιωπηρά για Σαμοθράκη και Λήμνο όμως, βάσει των όρων του Προοιμίου της Σύμβασης, το φυσικό συμπέρασμα είναι πως τίποτα δεν απέμεινε από το Άρθρο 4 της Σύμβασης των Στενών και επομένως έχασαν το καθεστώς αποστρατιωτικοποίησής τους.»

Είναι εμφανές από την αναφορά του Μιλς πως το ελληνικό YΠ.ΕΞ. είχε ενημερώσει την αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα αναφορικά με τον πνεύμα της τροποποιημένης αποστρατιωτικοποίησης της Λωζάννης και το πόρισμα της υποεπιτροπής των ειδικών (του Βεϋγκάν.)

Οι Σύμμαχοι κατά την συνδιάσκεψη της Λωζάννης είχαν αρνηθεί την τουρκική πρόταση για ολική αποστρατιωτικοποίηση των τεσσάρων νησιών του άρθρου 13, καθορίζοντας τις στρατιωτικές ισορροπίες στην περιοχή: Η Ελλάδα να μην μπορεί να χρησιμοποιήσει τα νησιά για να προβεί σε επιθετικές ενέργειες εναντίον των Τούρκων στην απέναντι ακτή της Μικράς Ασίας, αλλά ταυτόχρονα να μπορεί να διατηρήσει την εσωτερική τάξη στα νησιά και να μπορεί να υπερασπιστεί την εδαφική τους ακεραιότητα [Κέρζον προς Κρόο, 30 Νοεμ. 1922].

Η θέση του ελληνικού ΥΠ.ΕΞ. ήταν πως η αύξηση του στρατιωτικού αποτυπώματος στην Ανατολία από τους Τούρκους μετά το 1974, έδωσε το δικαίωμα στην Ελλάδα να αυξήσει κατ’ αναλογία τον στρατό της στα νησιά αυτά, ώστε να διατηρηθεί η προβλεπόμενη ισορροπία της Λωζάννης. Επίσης πρέπει να τονιστεί πως ο Ισμέτ Ινονού είχε χαρακτηρίσει την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του άρθρου 13 ως «σχεδόν πλασματική».

Το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών Λήμνου και Σαμοθράκης έχει απασχολήσει κατ΄ επανάληψη το ΝΑΤΟ, όπου οι τουρκικές αντιδράσεις σε οποιοδήποτε στρατιωτικοποίηση ή Νατοϊκή άσκηση στην περιοχή γίνονται μονίμως δεκτές. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το ζήτημα έχει παγιωθεί στην Διεθνή Κοινότητα ως μία από τις υπαρκτές νομικές διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.

Στις αρχές της δεκαετίας του 80, ο Ανδρέας Παπανδρέου προσπαθούσε να εντάξει την Λήμνο στον επιχειρησιακό σχεδιασμό του ΝΑΤΟ, εισέπραττε όμως συνεχώς αρνητική απάντηση κατόπιν τουρκικών πιέσεων που γίνονταν ανεκτές από τους Αμερικανούς στα πλαίσια του «Δόγματος Λουνς». Ως αποτέλεσμα, το 1984 η Ελλάδα αρνήθηκε να συμμετάσχει σε μια σειρά νατοϊκών ασκήσεων, καθώς και το φθινόπωρο του ίδιου έτους σε μια κοινή ελληνοαμερικανική στρατιωτική άσκηση, που θα πραγματοποιόταν στην Βόρειο Ελλάδα. Από την απόρρητη έκθεση της CIA «The Aegean Dispute: A new look at an old problem» του 1984 προκύπτει η ανησυχία των Αμερικανών για την πολιτική του Ανδρέα, καθώς το ΝΑΤΟ δεν μπορούσε να πραγματοποιήσει ασκήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο, σε μια περίοδο που ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν ακόμα σε εξέλιξη. Η ελληνική κυβέρνηση ήθελε να δείξει τη δυσφορία της στους Αμερικανούς για την μη ένταξη της Λήμνου στο πρόγραμμα των νατοϊκών ασκήσεων. Ο Ανδρέας ήθελε να καταστήσει σαφές στους Αμερικανούς ότι τα νησιά αποτελούν ενιαίο τμήμα της ελληνικής επικράτειας και δεν μπορούν να εξαιρούνται αλά καρτ από το ΝΑΤΟ.

Η πάγια θέση του State Department, όπως εκφράστηκε και από τον Κρίστοφερ, είναι να αποφεύγει σκοπίμως να λαμβάνει θέση αναφορικά με το ευαίσθητο ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου, ώστε να μην γίνεται ο αποδέκτης αρνητικών αντιδράσεων από την Αθήνα και κυρίως από την Άγκυρα.

Για την Ουάσιγκτον, το ζήτημα δεν είναι νομικό αλλά καθαρά πολιτικό, όπως οι Αμερικανοί θεωρούν πως είναι τα περισσότερα ζητήματα μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας με σημαντικότερο τον προσδιορισμό των θαλασσίων ζωνών.

*Ο Δημήτριος-Μερκούριος Κόντης είναι συγγραφέας και ιστορικός ερευνητής

Πηγή

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *