web analytics
ΕπικαιροΠολιτισμος

Υπόθεση Κιβωτού: Ο βασικός μάρτυρας κατηγορίας ανασκεύασε την κατάθεσή του κατά του πατέρα Αντωνίου

Η υπόθεση της «Κιβωτού του Κόσμου», η οποία από το 2022 στροβιλίζεται μέσα σε έναν κυκεώνα καταγγελιών, δημόσιας οργής, ποινικών ερευνών και πολιτικών σκοπιμοτήτων, λαμβάνει πλέον μια από τις πιο απρόβλεπτες και ανατρεπτικές τροπές της. Ο άνθρωπος που είχε παρουσιαστεί ως βασικός μάρτυρας κατηγορίας για σεξουαλική ασέλγεια κατά του πατέρα Αντωνίου, όχι μόνο ανασκεύασε την αρχική του κατάθεση, αλλά εμφανίστηκε δημόσια ομολογώντας ότι ψευδομαρτύρησε κατόπιν υποκίνησης τρίτων και οικονομικής πίεσης. Η δημόσια αυτή ομολογία, σε συνδυασμό με πληθώρα μαρτυριών που φαίνεται να καταρρέουν η μία μετά την άλλη, ανοίγει πλέον ένα τεράστιο ερώτημα για το αν βρισκόμαστε μπροστά σε μια από τις μεγαλύτερες δικαστικές σκευωρίες των τελευταίων ετών.

Ο Αντώνης, ο μάρτυρας που μέχρι πρότινος παρουσιαζόταν ως «μάρτυρας κλειδί», εμφανίστηκε σε τηλεοπτική εκπομπή περιγράφοντας ότι όχι μόνο δεν υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας κακοποίησης, αλλά ότι οδηγήθηκε, όπως λέει, σε κατασκευασμένες καταθέσεις από τρίτα πρόσωπα, με αντάλλαγμα χρήματα και με πρόσχημα ότι η δήλωσή του «θα βοηθούσε» στην υπόθεση. «Είπα ψέματα. Με έβαλαν. Μου έταξαν χρήματα. Μου βρήκαν το ευαίσθητο σημείο, που ήταν το οικονομικό», ανέφερε, σε μια ομολογία που, υπό κανονικές συνθήκες, θα προκαλούσε πολιτικό και δικαστικό σεισμό. Όμως η δημοσιότητα γύρω από αυτή τη δραματική ανατροπή υπήρξε ελάχιστη, σχεδόν αμήχανη — ζήτημα που από μόνο του φωτίζει μια σκοτεινή πτυχή της υπόθεσης.

Ο ίδιος περιέγραψε ότι ζούσε σε παραβατικό περιβάλλον, προσπαθούσε να αποχωρήσει από αυτό και χρειαζόταν απεγνωσμένα χρήματα για να νοικιάσει ένα σπίτι. Τότε, σύμφωνα με τη μαρτυρία του, ένα 19χρονο πρόσωπο —η αρχική πηγή των πολλών καταγγελιών κατά του πατέρα Αντωνίου— τον πλησίασε και του πρότεινε να καταθέσει ιστορίες περί κακοποίησης, με αντάλλαγμα 900 ευρώ αρχικά, και στη συνέχεια 11.800 ευρώ ως αποζημίωση, αν δήλωνε ότι εργαζόταν επί 2,5 χρόνια στην Κιβωτό χωρίς να πληρώνεται. «Με έπεισε ότι θα με βοηθήσει να φύγω από το περιβάλλον που ζούσα. Μου είπε ότι θα πάρω τα 900 ευρώ για αρχή, και μετά θα γίνουν όλα γρήγορα, θα πάρω και αποζημίωση», είπε.

Όμως η ομολογία δεν σταματά εκεί. Ο Αντώνης ξεκαθάρισε ότι ουδέποτε είδε τον πατέρα Αντώνιο να ασελγεί σε κανέναν, ούτε στο νησί όπου είχε ισχυριστεί ότι συνέβη το περιστατικό, ούτε πουθενά αλλού. «Κατάλαβα πόσο βαρύ ήταν αυτό που έκανα. Είναι πολύ βαριά κατηγορία για έναν άνθρωπο, για έναν ιερέα που μας μεγάλωσε. Όλα αυτά που είπα ήταν ψέματα. Μου τα έβαλαν στο στόμα. Δεν υπήρξε ποτέ ασέλγεια», είπε με τρεμάμενη φωνή. Ο ίδιος δήλωσε ότι πλέον «κοιμάται ήσυχος», έχοντας αποφασίσει να «κάνει το σωστό» και να αποκαλύψει ό,τι συνέβη, έστω και αν —όπως είπε— γνωρίζει ότι θα αντιμετωπίσει συνέπειες.

Ακόμη σοβαρότερη είναι η καταγγελία του ότι όχι μόνο το 19χρονο πρόσωπο τον παρέσυρε, αλλά ότι μετά την αρχική κατάθεσή του βρέθηκε να καθοδηγείται απευθείας από δικηγορικό γραφείο που, όπως ο ίδιος λέει, «εκπροσωπούσε τη νέα διοίκηση της Κιβωτού». Όπως είπε, τον κάλεσαν και του είπαν: «Εκπροσωπούμε τη νέα δομή. Θέλουμε να σας βοηθήσουμε, να σας εκπροσωπήσουμε νομικά». Κατ’ ισχυρισμόν του, όλη η διαδικασία έμοιαζε να κυλά συντονισμένα, σχεδόν προδιαγεγραμμένα: πρώτα η παλιά παιδαγωγός που παραιτήθηκε από τη δομή, μετά η συνήγορος του 19χρονου, αμέσως μετά κατάθεση στη ΓΑΔΑ, και έπειτα η κλήση από το δικηγορικό γραφείο.

Το γεγονός ότι ένας μάρτυρας-κλειδί περιγράφει ευθέως τέτοια αλληλουχία ενεργειών, δημιουργεί εύλογα ερωτήματα για το αν οι καταγγελίες που εξαρχής παρουσιάστηκαν ως «σεισμός» βασίστηκαν σε οργανωμένο μηχανισμό. Ο Αντώνης δήλωσε πως δεν γνωρίζει ποιος βρίσκεται πίσω από την υπόθεση, αλλά «έχει ενδιαφέρον να μάθουμε ποιος ήταν το χέρι που πέταξε την πέτρα», όπως είπε χαρακτηριστικά.

Από την πλευρά της υπεράσπισης, η δικηγόρος Ευδοκία Πανταζή αποκάλυψε ότι θεωρεί πως η υπόθεση έχει όλα τα χαρακτηριστικά δικαστικής σκευωρίας. Περιέγραψε συνάντησή της με τον πατέρα Αντώνιο και τη σύζυγό του τη μέρα που παραιτήθηκαν οι προηγούμενοι συνήγοροι του ιερέα, λέγοντας ότι τους είδε σε «απελπιστική κατάσταση». Η ίδια δήλωσε πως έχει ήδη δεχθεί τηλεφώνημα από κρατούμενο, ο οποίος προετοιμάζει επίσης ανάκληση κατάθεσης, ενώ άλλος μάρτυρας έχει ήδη ανακαλέσει. «Ο άνθρωπος αυτός κατηγορείται από ανθρώπους που ώσπου να φτάσουν στο δικαστήριο ανακαλούν ένας-ένας. Δεν ξέρω γιατί αυτό δεν αποτελεί είδηση», είπε.

Η εικόνα στην αίθουσα του δικαστηρίου, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, ήταν εξίσου ταραχώδης. Ο Αντώνης ανέφερε ότι δέχθηκε ειρωνείες από μέλη της έδρας όταν προσπάθησε να εξηγήσει γιατί αποφάσισε να πει την αλήθεια τώρα, αποδίδοντας την αλλαγή στάσης στην πίστη του και σε προσωπικά γεγονότα που τον συγκλόνισαν. «Μου είπαν: “Επειδή τώρα η γυναίκα σου δεν μπορεί να κάνει παιδί, το μετάνιωσες;”. Τους εξήγησα ότι δεν είπα ποτέ τέτοιο πράγμα. Τους είπα ότι βρήκα τον πραγματικό μου πατέρα, τον πραγματικό μου αδερφό, ότι έκανα τεστ DNA, ότι άλλαξε η ζωή μου, ότι είδα πράγματα που με έκαναν να καταλάβω την αδικία που είχα προκαλέσει. Αλλά δεν το πήραν σοβαρά», είπε.

Η υπεράσπιση του πατέρα Αντωνίου έχει ήδη μιλήσει ανοιχτά για «μεροληπτική στάση της έδρας», κάτι που αποτέλεσε και τον λόγο της παραίτησης των προηγούμενων συνηγόρων υπεράσπισης. Το κρίσιμο ερώτημα που αναδύεται τώρα είναι ποια κατάθεση θα θεωρήσει αξιόπιστη το δικαστήριο: εκείνη του μάρτυρα στην αρχή, όταν —κατά δήλωσή του— καθοδηγούνταν και πληρωνόταν, ή την πρόσφατη, όπου ομολογεί ότι είπε ψέματα; Η απάντηση είναι βαθιά πολιτική, κοινωνική και θεσμική.

Διότι η υπόθεση αυτή, που συγκλόνισε την κοινή γνώμη και οδήγησε στη θεσμική κατάρρευση ενός οργανισμού που για χρόνια θεωρείτο πρότυπο φροντίδας ευάλωτων παιδιών, δεν είναι πια μόνο υπόθεση ενός προσώπου ή μιας καταγγελίας. Αγγίζει την αξιοπιστία των μέσων ενημέρωσης, την αμεροληψία της δικαιοσύνης, τη λειτουργία των ΜΚΟ, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο η κοινωνία καταδικάζει ή αθωώνει ανθρώπους πριν ακόμη ακουστεί το πρώτο επιχείρημα στο δικαστήριο.

Ο Αντώνης, που σήμερα δηλώνει ότι θέλει να ζητήσει συγγνώμη και να υποστεί ό,τι προβλέπει ο νόμος, δεν αποποιείται τις ευθύνες του. «Ήμουν κι εγώ μέρος της αδικίας. Αλλά έπρεπε να πω την αλήθεια. Ό,τι και να γίνει τώρα, θα το αντιμετωπίσω», είπε. Υποστήριξε ότι παρά τα λάθη του, ο πατέρας Αντώνιος υπήρξε για τον ίδιο «σαν πατέρας», τον σπούδασε, τον στήριξε και ότι «δεν άξιζε αυτό που έγινε». Η μαρτυρία του επαναφέρει στο δημόσιο διάλογο το ζήτημα της ευκολίας με την οποία μια κοινωνία μετατρέπεται σε δικαστήριο, της ανάγκης να ακούγονται όλες οι πλευρές, αλλά και της ευθύνης των δημοσιογράφων να μη λειτουργούν ως εκτελεστές χαρακτήρων.

Με τον βασικό μάρτυρα να ανασκευάζει, με άλλους να ετοιμάζονται να κάνουν το ίδιο, με καταγγελίες περί δικαστικής μεροληψίας και με το δημόσιο αίσθημα διχασμένο, όλα δείχνουν ότι η μεγάλη δίκη για την υπόθεση ασέλγειας, που αναμένεται τον Μάρτιο, θα αποτελέσει μια από τις πλέον κρίσιμες δικαστικές διαδικασίες των τελευταίων ετών.

Πηγή

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *