ΚΩΣΤΑΣ ΔΟΥΚΑΣ : ΤΑ ΕΠΗ ΕΝ ΥΠΝΩΣΕΙ… Μία ἀπροσδόκητη «προσωπογραφία» τοῦ Ὀδυσσέα
ΕΝΑΣ ΕΧΘΡΟΣ, Ο ΑΝΤΗΝΩΡ, ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΙ ΟΤΙ ΕΧΕΙ ΤΟ ΧΑΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΔΙΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΣΑΝ ΑΟΙΔΟΣ. ΤΟ ΙΔΙΟ ΛΕΝΕ Ο ΧΟΙΡΟΒΟΣΚΟΣ ΕΥΜΑΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΑΛΚΙΝΟΟΣ. ΤΟΤΕ ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΜΗΝ ΕΙΝΑΙ Ο ΙΔΙΟΣ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ;
2ον
Ἰσχυρό ἐπιχείρημα ταυτοπροσωπίας ᾽Ομήρου καί Ὀδυσσέα προκύπτει ἀπό τήν προσεκτική ἀνάγνωση τῆς ραψωδίας Γ τῆς Ἰλιάδος. Ὁ Πρίαμος καί οἱ προεστοί τῆς Τροίας βρίσκονται καθισμένοι στίς ἐπάλξεις τῶν τειχῶν τῆς Τροίας καί παρατηροῦν τό στρατόπεδο τῶν Ἀχαιῶν. Ἡ Ἑλένη, ἡ ὁποία κάθεται στά πόδια τοῦ πεθεροῦ της, ἀπαντᾶ στίς ερωτήσεις του. Ὁ Πρίαμος τήν ρωτάει ποιός εἶναι αὐτός ὁ πελώριος, ὂμορφος καί μεγαλόσωμος Ἀχαιός πού βλέπει. ῾Η Ἑλένη ἀναγνωρίζει τόν Ἀγαμέμνονα καί τοῦ λέει: Αὐτός εἶναι ὁ βασιλιάς μέ τήν μεγάλη ἐξουσία, ὁ γιός τοῦ Ἀτρέως, ὁ Ἀγαμέμνων.
Τό δεύτερο ἐρώτημα τοῦ Πριάμου ἀφορᾶ τόν Ὀδυσσέα, πού τριγυρνάει σάν μπροσταρόκριος (κτῖλος) μέσα στίς τάξεις τοῦ στρατοῦ. Καί συνεχίζει μέ πολλά κολακευτικά λόγια γιά τόν Ὀδυσσέα τό ερώτημά του. Ἡ Ἑλένη τοῦ ἀπαντᾶ:
«Αὐτός πάλι εἶναι ὁ γιός τοῦ Λαέρτη, ὁ πολύ συνετός Ὀδυσσέας, πού μεγάλωσε στόν δῆμο τῆς Ἰθάκης».
Ἡ περιγραφή θά μποροῦσε νά σταματήσει ἐδῶ, ἀλλά κρίνεται ἀνεπαρκής γιά τόν ποιητή. Θέλει νά μᾶς πεῖ κάτι παραπάνω γιά τόν Ὀδυσσέα. Ὁπότε ἀναλαμβάνει νά πλέξει τό ἐγκώμιό του ὁ Τρώς Ἀντήνωρ, πιό καλά πληροφορημένος γι᾽αὐτόν καθώς φαίνεται. Καί λέει: «Πολύ ἀληθινός ὁ λόγος πού εἶπες, Ἑλένη, γιατί κάποτε ἦλθε καί ἐδῶ ὁ θεϊκός Ὀδυσσέας μέ κάποιο μήνυμα γιά σένα, μαζί μέ τόν Μενέλαο. Τούς φιλοξένησα ἐγώ καί τούς περιποιήθηκα στόν οἶκο μου καί γνώρισα καί τῶν δύο τό παρουσιαστικό καί τίς βαθειές τους σκέψεις. Ὃταν ὃμως ἀνακατώθηκαν μέ τούς Τρῶες πού εἶχαν συνέλευση, κι ὃταν οἱ δυό τους στέκονταν, ὁ Μενέλαος τόν ξεπερνοῦσε στούς φαρδεῖς ὢμους. Ὃταν ὃμως κάθονταν καί οἱ δύο, πιό ἐπιβλητικός ἦταν ὁ Ὀδυσσέας. Ὃταν πάλι ἂρχιζαν νά κλώθουν λόγια καί σκέψεις μπροστά σέ ὃλους μας, ἀλήθεια, ὁ Μενέλαος μιλοῦσε ἐπί τροχάδην, λίγα βέβαια, ἀλλά μέ καθαρή φωνή. Γιατί δέν ἦταν πολυλογάς, οὒτε ἒλεγε ἀνοησίες, μ᾽ὃλο πού ἦταν πιό νέος στά χρόνια. Κάθε φορά ὃμως –συνεχίζει ὁ Ἀντήνωρ ἀκατάσχετος– πού πεταγόταν πάνω ὁ πολύ συνετός Ὀδυσσέας, (ὁ Μενέλαος) στεκόταν κι ἒβλεπε κάτω, ἒχοντας καρφωμένα τά μάτια του στήν γῆ, καί τό σκῆπτρο του δέν τό κουνοῦσε οὒτε μπρός οὒτε πίσω, παρά τό κρατοῦσε ἀκούνητο. Θά ἒλεγε κανείς οὒτε λίγο οὒτε πολύ πώς (ὁ Ὀδυσσέας) εἶναι κάποιος παράφρων ἂνθρωπος καί χαζός. Ὃταν ὃμως ἂρχιζε νά βγάζει ἀπό τό στῆθος του δυνατή φωνή καί λόγια πού ἒμοιαζαν μέ χειμωνιάτικες νιφάδες χιονιοῦ, δέν μποροῦσε πιά κανένας ἂλλος θνητός νά παραβγεῖ μέ τόν Ὀδυσσέα. Καί τότε δέν μᾶς ἒκανε ἐντύπωση τό παρουσιαστικό τοῦ Ὀδυσσέα».
Τόσοι αἰῶνες πέρασαν καί ποτέ δέν σχολιάσθηκαν οἱ ἐκπληκτικοί αὐτοί στίχοι, ὃπου γιά μοναδική φορά στό ἒπος τῆς Ἰλιάδος περιγράφονται οἱ σωματικές, οἱ ψυχικές καί οἱ διανοητικές διαπλάσεις δύο κορυφαίων ἡρώων τοῦ ἒπους, τοῦ Μενελάου καί τοῦ Ὀδυσσέα. Ὁ κάθε ἀναγνώστης διερωτᾶται γιατί αἰσθάνθηκε τήν ἀνάγκη ὁ Ὃμηρος νά πλέξει τό ἐγκώμιο τοῦ Ὀδυσσέα. Ἀλήθεια, ποιό μπορεῖ νά ἦταν τό παρουσιαστικό τοῦ Ὀδυσσέα, τέτοιο πού ἐνοχλοῦσε ὃσους τόν ἒβλεπαν καί ἐξουδετερωνόταν ὃταν μιλοῦσε; Ἀπό τήν ἐκπληκτική καί ἀπροσδόκητη αὐτή περιγραφή τοῦ Ὁμήρου προκύπτει ὃτι ὁ Ὀδυσσέας δέν εἶχε ὡραῖο παρουσιαστικό. Ἒμοιαζε ἀνάποδος, τρελός (ζάκοτος) καἰ ἂφρων. Ἦταν πιό κοντός ἀπό τόν Μενέλαο, ἀλλά πιό ἐπιβλητικός ὃταν καί οἱ δύο ἣρωες ἦσαν καθιστοί. Ὁ Μενέλαος φαίνεται ὃτι λακώνιζε καί μιλοῦσε ἐπιτροχάδην, ἐνῶ κουνοῦσε συνεχῶς τό σκῆπτρο του, σάν νά ἒπασχε ἀπό ἓνα εἶδος ἀγοραφοβίας. Ὃλο τό μυστικό τῆς ὑπεροχῆς τοῦ Ὀδυσσέα ἦταν τό χάρισμα τοῦ λόγου, γιατί ἐξουδετέρωνε κάθε δυσαρέσκεια πού προκαλοῦσε στόν στρατό τό παρουσιαστικό του (ζάκοτος καί ἂφρων). Ἐπίσης ὁ Ὀδυσσέας ἦταν αἰσθητά πιό ἠλικιωμένος ἀπό τόν Μενέλαο.
Γιά τόν προσεκτικό ἀναγνώστη πολλά ἐρωτήματα προκύπτουν ἀπό τήν περικοπή αὐτή ( Ἰλ. Γ 203-234) ἀλλά καί πολλές διαπιστώσεις. Πρῶτα πρῶτα ὁ Ὀδυσσέας, ἀπό πλευρᾶς ἀξιολόγησης τῶν ἡρώων καί ἀξιωματούχων τοῦ στρατεύματος, παίρνει τήν δεύτερη θέση ἀμέσως μετά τόν Ἀγαμέμνονα, γιά τόν ὁποῖο ἡ Ἑλένη ἀφιερώνει μόλις τρεῖς στίχους γιά νά τόν περιγράψει στόν Πρίαμο. Γιά τόν Ὀδυσσέα ὁ ποιητής ἀφιερώνει 33. Ἀλήθεια, τί ἒγιναν ὁ Ἀχιλλέας, ὁ Αἲας, ὁ Διομήδης, ὁ Πάτροκλος, ὁ Ἰδομενέας καί ἂλλοι σπουδαῖοι ἣρωες τοῦ ἒπους;
Ὁ Ὃμηρος βάζει τόν Ἀντήνορα πού εἶναι ἐχθρός νά μιλάει ἐπαινετικά γιά τόν Ὀδυσσέα. Ἓνας ἐχθρός ποτέ ἢ δύσκολα παινεύει τόν ἐχθρό του. Ὃταν ὃμως τό κάνει, τότε κανείς δέν ἀμφιβάλλει γιά τήν εἰλικρίνειά του. Ἀκόμη καί σήμερα, ὃλοι θυμόμαστε τά ἐγκώμια τοῦ Χίτλερ γιά τίς πολεμικές ἀρετές τῶν Ἑλλήνων, ἀλλά καί τοῦ συμμάχου Τσώρτσιλ. Αὐτό ἀκριβῶς τό μήνυμα θέλει νά μᾶς περάσει ὁ Ὃμηρος, ὣστε νά πεισθοῦν οἱ μελλοντικές γενεές ὃτι ὁ Ὀδυσσέας ἦταν τό δεσμεῖν καί τό λύειν τοῦ Τρωικοῦ πολέμου, τόν ὁποῖο περιέγραψε σάν αὐτόπτης μάρτυς στήν Ἰλιάδα καί ἒληξε ὑπέρ τῶν Ἀχαιῶν, Δαναῶν καί Ἀργείων χάρη στό ἐπινόημά του (δούρειος ἳππος) πού κατασκεύασε ὁ Ἐπειός.
Γιατί ὃμως θέλει τόσο πολύ ὁ Ὃμηρος νά πληροφορηθοῦμε τό παρουσιαστικό τοῦ Ὀδυσσέα καί τά χαρίσματά του ἀπό τρίτους; Γιατί αὐτή ἡ ἀντιδιαστολή καί ἀντιστάθμιση τοῦ ἂσχημου παρουσιαστικοῦ του μέ τίς ὑπέροχες πνευματικές ἱκανότητες τοῦ Ὀδυσσέα; Ἡ ὃλη σκηνή εἶναι ὂχι μόνο ὑπερβολική, ἀλλά καί ἀφύσικη ἐκ πρώτης ὂψεως.
Ἡ ἀπάντηση βρίσκεται πίσω ἀπό τό ἦθος τοῦ ποιητοῦ, πού δέν ἐπιθυμοῦσε νά περιαυτολογήσει. Δέν μποροῦσε ὃμως καί νά κρύψει τίς ἀμέτρητες ἐπιδαψιλεύσεις προτερημάτων καί ἐγκωμίων τοῦ πραγματικοῦ πρωτοήρωα τοῦ Τρωικοῦ πολέμου. Κάτι πού δέν διέφυγε ἀπό τόν Πίνδαρο, ὁ ὁποῖος ψέγει τόν Ὃμηρο ἐπειδή ἐπαινεῖ ὑπερβολικά τόν Ὀδυσσέα.
Πάντως εἶναι ἀπορίας ἂξιον γιατί οἱ ἀρχαιογνῶστες πού ἐνδιαφέρονται μόνο γιά τά «κουτάκια» τῶν χρονολογιῶν ἱστορικῶν καί μυθικῶν προσώπων, δέν ἒστρεψαν τό ἐνδιαφέρον τους μέ τόν ἲδιο ζῆλο πρός τήν μοναδική αὐτή περιγραφή τῶν ἡρώων, καί ἰδιαίτερα τοῦ Ὀδυσσέα, πού ἐνῶ ὑστεροῦσε σέ μπόϊ καί ὀμορφιά, εἶχε ἐκπληκτικές πνευματικές ἱκανότητες, τά λόγια του ἦσαν θεϊκά, καί ὃταν ἂρχιζε νά μιλάει, ὃλοι κρέμονταν ἀπό τά χείλη του καί ξεχνοῦσαν τό ἀπωθητικό παρουσιαστικό του. Ἀφοῦ λοιπόν γνώριζε τήν τέχνη τοῦ λόγου, γιατί νά μήν εἶναι ὁ ἲδιος ὁ ποιητής; Ὁπότε, κατά τήν δική μου ἀντίληψη, ἡ προσωπογραφία τοῦ Ὀδυσσέα θα μποροῦσε νά εἶναι ἡ αὐτοπροσωπογραφία τοῦ Ὁμήρου.
Καί δέν εἶναι μόνο ὁ Ἀντήνωρ πού ἐπισημαίνει ὃτι ὁ Ὀδυσσέας ὁμιλεῖ σάν νά εἶναι ἀοιδός. Τό ἲδιο ἐπισημαίνουν στήν Ὀδύσσεια τόσο ὁ χοιροβοσκός Εὒμαιος, ὃσο καί ὁ βασιλιάς τῶν Φαιάκων Ἀλκίνοος. Τρεῖς διαφορετικοί ἂνθρωποι, ἓνας Τρώας ἀξιωματοῦχος, ἓνας ἂνθρωπος τοῦ λαοῦ κι ἓνας βασιλιάς ἀναγνωρίζουν ὃτι ὁ Ὀδυσσέας ἀφηγεῖται σάν ἀοιδός. Μποροῦμε ἂραγε ἐμεῖς οἱ σημερινοί νά ἀγνοήσουμε αὐτή τήν μοναδική σωματική καί πνευματική περιγραφή τοῦ Ὀδυσσέα; Μποροῦμε ἀκόμη νά σιωποῦμε; Καί νἀ μή…βλέπουμε, διαβάζοντας «μέ ἂλλο μάτι» τά ὁμηρικά ἒπη;
Γιά ὃσους ἐνδιαφέρονται νά μάθουν περισσότερες συγκλονιστικές λεπτομέρειες, ἀς διαβάσουν τό δίτομο βιβλίο μου ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ πού κυκλοφορεῖ ἐδῶ καί εἲκοσι χρόνια ἀπό ὃλα τά μεγάλα βιβλιοπωλεῖα τῆς χώρας.
(Συνεχίζεται)